Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
prodigious
01
τεράστιος, σημαντικός
impressively great in amount or degree
Παραδείγματα
The earthquake caused a prodigious amount of damage to the city.
Ο σεισμός προκάλεσε τεράστια ζημιά στην πόλη.
She has a prodigious talent for playing the piano.
Έχει μια εκπληκτική ταλέντο στο παίξιμο του πιάνου.
02
εκπληκτικός, εξαιρετικός
extraordinary and serving as a warning or sign of future events
Παραδείγματα
The prodigious comet was seen as a sign of great change to come.
Ο εκπληκτικός κομήτης θεωρήθηκε ως σημάδι μεγάλης αλλαγής που επρόκειτο να έρθει.
The prodigious eclipse was interpreted as a bad omen by the ancient civilization.
Η τεράστια έκλειψη ερμηνεύτηκε ως κακό οιωνό από τον αρχαίο πολιτισμό.
Λεξικό Δέντρο
prodigiously
prodigious
prodigy



























