Prevailing
volume
British pronunciation/pɹɪvˈe‍ɪlɪŋ/
American pronunciation/pɹiˈveɪɫɪŋ/, /pɹɪˈveɪɫɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "prevailing"

prevailing
01

existing or occurring commonly

prevailing

adj

prevail

v
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store