Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Padding
01
επίστρωση, γεμίσματα
soft material that is added to provide comfort or protection
Παραδείγματα
The jacket has extra padding to keep you warm in winter.
Το σακάκι έχει επιπλέον επίστρωση για να σας κρατά ζεστούς το χειμώνα.
She added padding to the chair for extra comfort.
Πρόσθεσε επίστρωση στην καρέκλα για επιπλέον άνεση.
Λεξικό Δέντρο
padding
pad



























