Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to overrate
01
υπερεκτιμώ, υπερτιμώ
to give something or someone more credit than is deserved
Παραδείγματα
Many people overrate luxury brands, assuming higher prices mean better quality.
Υπερεκτιμούν πολλοί άνθρωποι τις πολυτελείς μάρκες, υποθέτοντας ότι οι υψηλότερες τιμές σημαίνουν καλύτερη ποιότητα.
He tends to overrate his own abilities, which sometimes leads to mistakes.
Τείνει να υπερεκτιμά τις δικές του ικανότητες, κάτι που οδηγεί μερικές φορές σε λάθη.
Λεξικό Δέντρο
overrated
overrate
rate



























