Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
overrated
01
υπερτιμημένος, υπερεκτιμημένος
having a higher or exaggerated reputation or value than something truly deserves
Παραδείγματα
Many people believe that the popular movie is overrated, as they found it to be predictable and lacking substance.
Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η δημοφιλής ταινία είναι υπερτιμημένη, καθώς τη βρήκαν προβλέψιμη και χωρίς ουσία.
The restaurant received rave reviews, but some customers felt it was overrated because the food was mediocre.
Το εστιατόριο έλαβε θετικές κριτικές, αλλά μερικοί πελάτες θεώρησαν ότι ήταν υπερτιμημένο επειδή το φαγητό ήταν μέτριο.
Λεξικό Δέντρο
overrated
overrate
rate



























