Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
obstreperous
01
ανυπότακτος, αντιδραστικός
unwilling to submit to authority or control
Παραδείγματα
The obstreperous student refused to follow the teacher's instructions and shouted over her voice.
Ο ταραξίας μαθητής αρνήθηκε να ακολουθήσει τις οδηγίες της δασκάλας και φώναξε πάνω από τη φωνή της.
An obstreperous protester disrupted the meeting with chants and jeers.
Ένας θορυβώδης διαδηλωτής διέκοψε τη συνάντηση με τραγούδια και χλευασμούς.
02
θορυβώδης, ταραχώδης
behaving in a wild or forceful manner that causes chaos
Παραδείγματα
The obstreperous fans stormed the field, knocking over barriers and shouting wildly.
Οι θορυβώδεις οπαδοί εισέβαλαν στο γήπεδο, ρίχνοντας τα εμπόδια και φωνάζοντας άγρια.
An obstreperous mob overturned tables and smashed windows during the riot.
Ένας θορυβώδης όχλος αναποδογύρισε τραπέζια και έσπασε παράθυρα κατά τη διάρκεια της ταραχής.
Λεξικό Δέντρο
obstreperously
obstreperousness
obstreperous



























