LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Obtrusive
/ɒbtɹˈuːsɪv/
/əbˈtɹusɪv/
Adjective (2)
Ορισμός και Σημασία του "obtrusive"
obtrusive
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
ενοχλητικός
noticeable in a way that is unpleasant, unwanted, or disruptive
02
ενοχλητικός
sticking out; protruding
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App