lite
lite
laɪt
λαιτ
British pronunciation
/lˈa‍ɪt/

Ορισμός και σημασία του "lite"στα αγγλικά

01

ελαφρύς, λαϊτ

(of a product) lower in fat or sugar
example
Παραδείγματα
She chose the lite version of the dressing to keep her salad healthier.
Επέλεξε την ελαφριά έκδοση της σάλτσας για να κρατήσει τη σαλάτα της πιο υγιεινή.
He preferred lite snacks that would n't weigh him down during his workout.
Προτιμούσε ελαφριά σνακ που δεν θα τον ζύγιζαν κατά την προπόνησή του.
01

γυαλί, μονόκλινο γυαλί σε παράθυρο ή πόρτα

a single pane of glass within a window or door
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store