Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
irreparable
01
ανεπανόρθωτος, αδιόρθωτος
impossible to become fixed or right again
Λεξικό Δέντρο
irreparably
irreparable
reparable
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ανεπανόρθωτος, αδιόρθωτος
Λεξικό Δέντρο