inclusive
inc
ˌɪnk
ινκ
lu
lu
λου
sive
sɪv
σιβ
British pronunciation
/ɪnklˈuːsɪv/

Ορισμός και σημασία του "inclusive"στα αγγλικά

01

περιεκτικός, ολοκληρωτικός

including everything or everyone, without excluding any particular group or element
inclusive definition and meaning
example
Παραδείγματα
The inclusive policy welcomed people of all backgrounds, ensuring that everyone felt valued and respected.
Η χωρίς αποκλεισμούς πολιτική υποδέχτηκε ανθρώπους από όλα τα υπόβαθρα, διασφαλίζοντας ότι όλοι αισθάνονταν εκτιμώμενοι και σεβαστοί.
The inclusive curriculum incorporated diverse perspectives and experiences, fostering a sense of belonging for all students.
Το χωρίς αποκλεισμούς πρόγραμμα σπουδών ενσωμάτωσε διαφορετικές προοπτικές και εμπειρίες, ενισχύοντας την αίσθηση της συμμετοχής για όλους τους μαθητές.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store