impugn
im
ˌɪm
ιμ
pugn
ˈpjun
πγουν
British pronunciation
/ɪmpjˈuːn/

Ορισμός και σημασία του "impugn"στα αγγλικά

to impugn
01

αμφισβητώ, αμφιβάλλω

to question someone's honesty, quality, motive, etc.
example
Παραδείγματα
The article impugns the motives behind the mayor's new policy, suggesting it serves his own interests more than the public's.
Το άρθρο αμφισβητεί τα κίνητρα πίσω από τη νέα πολιτική του δημάρχου, υποδηλώνοντας ότι εξυπηρετεί τα δικά του συμφέροντα περισσότερο από αυτά του κοινού.
It 's not right to impugn someone's character based solely on rumors.
Δεν είναι σωστό να αμφισβητείς τον χαρακτήρα κάποιου μόνο με βάση φήμες.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store