Imprudent
volume
British pronunciation/ɪmpɹˈuːdənt/
American pronunciation/ˌɪmˈpɹudənt/

Ορισμός και Σημασία του "imprudent"

01

not prudent or wise

02

lacking wise self-restraint

imprudent

adj

prudent

adj

prud

v
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store