Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
imposing
Παραδείγματα
The castle stood on the hill, its imposing towers visible from miles away.
Το κάστρο στέκονταν στο λόφο, οι επιβλητικοί πύργοι του ορατοί από χιλιόμετρα μακριά.
He found the professor's imposing presence intimidating during the lecture.
Βρήκε την επιβλητική παρουσία του καθηγητή εκφοβιστική κατά τη διάρκεια της διάλεξης.
02
εντυπωσιακός, μεγαλοπρεπής
used of a person's appearance or behavior; befitting an eminent person
Λεξικό Δέντρο
imposingly
unimposing
imposing
impose



























