Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to hobnob
01
κοινωνώ, συναναστρέφομαι
to socialize, often in a friendly or familiar manner, especially with people of influence or importance
Intransitive
Παραδείγματα
At industry conferences, professionals often hobnob with key figures to build connections.
Στις βιομηχανικές συνεδριάσεις, οι επαγγελματίες συχνά συναναστρέφονται με κύρια πρόσωπα για να δημιουργήσουν συνδέσεις.
Celebrities may hobnob at exclusive events, engaging in casual conversations with fellow stars.
Οι διασημότητες μπορεί να κοινωνικοποιούνται σε αποκλειστικά γεγονότα, συμμετέχοντας σε ανεπίσημες συζητήσεις με άλλα αστέρια.
Λεξικό Δέντρο
hobnob
hob
nob



























