hoary
hoa
ˈhɔ
χο
ry
ri
ρι
British pronunciation
/hˈɔːɹi/

Ορισμός και σημασία του "hoary"στα αγγλικά

01

ασπρομάλλης, άσπρος σαν το χιόνι

(of people) having gray or white hair, particularly due to age
hoary definition and meaning
example
Παραδείγματα
The hoary professor had decades of wisdom etched into his gray hair and deep-set wrinkles.
Ο ασπρομάλλης καθηγητής είχε δεκαετίες σοφίας χαραγμένες στα γκρι μαλλιά του και τις βαθιές ρυτίδες.
As he aged, his once-dark hair turned hoary, reflecting the passage of time.
Καθώς γερνούσε, τα κάποτε σκούρα μαλλιά του έγιναν ασπροπρόσωπα, αντικατοπτρίζοντας το πέρασμα του χρόνου.
02

ασπρομάλλης, γκριζομάλλης

(of hair) gray or white indicating old age
hoary definition and meaning
03

ασπρομάλλης, γκριζοάσπρος

having a color between gray and white
04

αρχαίος, σεβαστός

ancient

Λεξικό Δέντρο

hoariness
hoary
hoar
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store