Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
hearable
Παραδείγματα
The distant hum of traffic was faint but hearable.
Ο μακρινός θόρυβος της κυκλοφορίας ήταν αμυδρός αλλά ακουστός.
His voice became hearable after the noise in the room subsided.
Η φωνή του έγινε ακουστή αφού ο θόρυβος στο δωμάτιο υποχώρησε.
Λεξικό Δέντρο
unhearable
hearable
hear



























