Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Animus
01
εχθρότητα, μνησικακία
a deep-seated feeling of hostility and ill will directed at someone or something
Παραδείγματα
His works expressed animus toward imperialist expansion and the subjugation of indigenous peoples.
Τα έργα του εξέφραζαν animus εναντίον της ιμπεριαλιστικής επέκτασης και της υποταγής των ιθαγενών λαών.
Repeated vandalism of the memorial demonstrated continuing animus from holdouts opposed to reconciliation.
Η επαναλαμβανόμενη βανδαλιστική ενέργεια στο μνημείο επέδειξε συνεχιζόμενη εχθρότητα από τους αντιμαχόμενους στη συμφιλίωση.



























