Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Figment
01
πλάσμα, επινόηση
something invented or imagined, often without any basis in reality
Παραδείγματα
The monster in the story was merely a figment of the author's imagination.
Το τέρας στην ιστορία ήταν απλώς ένα προϊόν της φαντασίας του συγγραφέα.
She believed that the voices she heard were figments of her mind, not real people.
Πίστευε ότι οι φωνές που άκουγε ήταν προϊόντα του μυαλού της, όχι πραγματικοί άνθρωποι.



























