Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
figurative
01
μεταφορικός, εικονιστικός
using language in a way that words don't have their actual meaning, but an imaginative meaning instead
Παραδείγματα
The poet ’s use of figurative language painted vivid images in the reader ’s mind.
Η χρήση της μεταφορικής γλώσσας από τον ποιητή ζωγράφισε ζωντανές εικόνες στο μυαλό του αναγνώστη.
The novel 's figurative descriptions brought the setting to life in a way that literal descriptions could not.
Οι μεταφορικές περιγραφές του μυθιστορήματος έδωσαν ζωή στο σκηνικό με έναν τρόπο που οι κυριολεκτικές περιγραφές δεν μπορούσαν.
02
εικονιστικός, αντιπροσωπευτικός
representing people, animals and objects and forms as they appear in the real world
Παραδείγματα
The gallery displayed figurative art that captured everyday scenes.
Η γκαλερί παρουσίασε πλαστική τέχνη που απεικόνιζε καθημερινές σκηνές.
She prefers figurative painting to abstract styles.
Προτιμά τη εικονιστική ζωγραφική από τα αφηρημένα στυλ.
Λεξικό Δέντρο
figuratively
nonfigurative
prefigurative
figurative
figure



























