Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Fail-safe
01
συσκευή ασφαλείας, μηχανισμός ασφαλείας
a mechanism capable of returning to a safe state in case there is a failure or malfunction
fail-safe
01
ασφαλής σε αποτυχία, ασφαλής
eliminating danger by compensating automatically for a failure or malfunction
Παραδείγματα
The fail-safe mechanism in the airplane ensures that the engines continue to function even in the event of a malfunction.
Ο μηχανισμός ασφαλείας αστοχίας στο αεροπλάνο διασφαλίζει ότι οι κινητήρες συνεχίζουν να λειτουργούν ακόμη και σε περίπτωση δυσλειτουργίας.
The company installed a fail-safe system to protect the data from being lost during the software upgrade.
Η εταιρεία εγκατέστησε ένα σύστημα ανθεκτικό σε αποτυχίες για να προστατεύσει τα δεδομένα από απώλεια κατά την αναβάθμιση του λογισμικού.



























