Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to epitomize
01
ενσαρκώνω, συμβολίζω
to serve as a typical example or embodiment of a concept, idea, or category
Transitive: to epitomize a concept
Παραδείγματα
Their startup company epitomizes the entrepreneurial spirit of the tech industry.
Η startup εταιρεία τους ενσαρκώνει το επιχειρηματικό πνεύμα της βιομηχανίας τεχνολογίας.
His approach to leadership epitomized encouragement and humility.
Η προσέγγισή του στην ηγεσία ενσάρκωνε την ενθάρρυνση και τη ταπεινότητα.
Παραδείγματα
The report epitomizes the key findings of the study.
Η έκθεση ενσαρκώνει τα βασικά ευρήματα της μελέτης.
His speech epitomized the main argument in just a few sentences.
Η ομιλία του συνοψίστηκε το κύριο επιχείρημα σε λίγες μόνο προτάσεις.
Λεξικό Δέντρο
epitomize
epitome



























