LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Ensuant
/ɛnsjˈuːənt/
/ɛnsˈuːənt/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "ensuant"
ensuant
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
επακόλουθο
occurring with or following as a consequence
accompanying
attendant
collateral
concomitant
consequent
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App