Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Elation
Παραδείγματα
She felt a surge of elation after hearing the good news.
Αισθάνθηκε μια αγαλλίαση αφού άκουσε τα καλά νέα.
The team celebrated in a state of pure elation.
Η ομάδα γιόρτασε σε κατάσταση καθαρής ευφορίας.
02
αγαλλίαση, ευφορία
a heightened mood marked by pride, optimism, and freedom from depression
Παραδείγματα
Mood charts recorded cycles of elation alternating with depression.
Τα διαγράμματα διάθεσης κατέγραψαν κύκλους εξάρσεως που εναλλάσσονταν με κατάθλιψη.
Elation is a common symptom in certain manic states.
Η ευφορία είναι ένα κοινό σύμπτωμα σε ορισμένες μανιακές καταστάσεις.
Λεξικό Δέντρο
elation
elate



























