Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
dodgy
Παραδείγματα
I do n't trust him; he seems a bit dodgy with his evasive answers.
Δεν τον εμπιστεύομαι· φαίνεται λίγο ύποπτος με τις διφορούμενες απαντήσεις του.
The salesman's dodgy demeanor made me hesitant to make a purchase.
Η ύποπτη συμπεριφορά του πωλητή με έκανε να διστάζω να κάνω μια αγορά.
02
αμφίβολος, επικίνδυνος
involving danger, risk, or uncertainty
Λεξικό Δέντρο
dodgy
dodge



























