Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
allowable
01
αφαιρέσιμος
deductible according to the tax laws
02
επιτρεπτός, εγκεκριμένος
officially authorized or permitted by the law
03
παραδεκτός, επιτρεπτός
deserving to be allowed or considered
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αφαιρέσιμος
επιτρεπτός, εγκεκριμένος
παραδεκτός, επιτρεπτός