Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Darkness
01
σκοτάδι, ζόφος
the quality of having little or almost no light
Παραδείγματα
The darkness of the room made it difficult to find anything without a flashlight.
Το σκοτάδι του δωματίου έκανε δύσκολο να βρεις οτιδήποτε χωρίς φακό.
The darkness of the night sky was pierced only by the occasional star.
Το σκοτάδι του νυχτερινού ουρανού διακόπτονταν μόνο από ένα περιστασιακό αστέρι.
02
σκοτάδι, μαυρίλα
the quality of being dark in color
Παραδείγματα
She loves wearing clothes in the darkness of shades like black and navy blue.
Της αρέσει να φοράει ρούχα στο σκοτάδι των αποχρώσεων όπως το μαύρο και το μπλε μαρέν.
The artist used different shades of blue to create a sense of darkness in the painting.
Ο καλλιτέχνης χρησιμοποίησε διαφορετικές αποχρώσεις του μπλε για να δημιουργήσει μια αίσθηση σκότους στη ζωγραφική.
03
σκοτάδι, ζόφος
an unilluminated area
04
σκοτάδι, ζόφος
absence of moral or spiritual values
05
σκοτάδι, ζόφος
an unenlightened state
06
μαυρισμένο δέρμα, σκούρο χρώμα δέρματος
a swarthy complexion
Λεξικό Δέντρο
semidarkness
darkness
dark



























