conflate
conf
ˈkənf
κανφ
late
leɪt
λειτ
British pronunciation
/kənflˈe‍ɪt/

Ορισμός και σημασία του "conflate"στα αγγλικά

to conflate
01

συγχωνεύω, συνδυάζω

to bring ideas, texts, things, etc. together and create something new
example
Παραδείγματα
The writer decided to conflate elements from different myths to create a unique fantasy novel.
Ο συγγραφέας αποφάσισε να συνδυάσει στοιχεία από διαφορετικούς μύθους για να δημιουργήσει ένα μοναδικό μυθιστόρημα φαντασίας.
In his speech, he conflated various historical events to highlight a broader social trend.
Στην ομιλία του, συνέμιξε διάφορα ιστορικά γεγονότα για να επισημάνει μια ευρύτερη κοινωνική τάση.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store