concussion
con
kən
καν
cu
ˈkə
κα
ssion
ʃən
σαν
British pronunciation
/kənkˈʌʃən/

Ορισμός και σημασία του "concussion"στα αγγλικά

01

διάσειση εγκεφάλου, κοντούρα εγκεφάλου

a momentary loss of consciousness provoked by a hard blow on the head
example
Παραδείγματα
The patient presented with symptoms of a concussion, including dizziness, confusion, and sensitivity to light, after a car accident.
Ο ασθενής παρουσίασε συμπτώματα εγκεφαλικής διάσεισης, συμπεριλαμβανομένων ζαλάδων, σύγχυσης και ευαισθησίας στο φως, μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα.
The doctor ordered a brain scan to assess the severity of the concussion and rule out any potential complications.
Ο γιατρός διέταξε σάρωση του εγκεφάλου για να αξιολογήσει τη σοβαρότητα της εγκεφαλικής διάσεισης και να αποκλείσει τυχόν πιθανές επιπλοκές.
02

κτύπημα, πρόσκρουση

a strong, sudden hit or impact
example
Παραδείγματα
She dropped the book, and its concussion against the floor drew everyone's attention.
Έριξε το βιβλίο, και η σύγκρουσή του με το πάτωμα τράβηξε την προσοχή όλων.
During the storm, the concussion of branches against the windows kept everyone awake.
Κατά τη διάρκεια της καταιγίδας, η κρούση των κλαδιών στα παράθυρα κράτησε όλους ξύπνιους.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store