catheter
ca
ˈkæ
και
the
θə
θα
ter
tɜr
τερρ
British pronunciation
/kˈæθɛtɐ/

Ορισμός και σημασία του "catheter"στα αγγλικά

01

καθετήρας, ουρητικός καθετήρας

a flexible tube inserted into one's bladder, to drain and collect urine
Wiki
example
Παραδείγματα
The doctor inserted a catheter to drain urine from the patient's bladder.
Ο γιατρός έβαλε ένα καθετήρα για να αποστραγγίσει τα ούρα από την ουροδόχο κύστη του ασθενούς.
A urinary catheter is often used in hospitalized patients who are unable to urinate normally.
Μια ουρική καθετήρα χρησιμοποιείται συχνά σε νοσηλευόμενους ασθενείς που δεν μπορούν να ουρήσουν κανονικά.

Λεξικό Δέντρο

catheterize
catheter
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store