capacious
ca
κα
pa
ˈpeɪ
πει
cious
ʃəs
σασ
British pronunciation
/kəpˈe‍ɪʃəs/

Ορισμός και σημασία του "capacious"στα αγγλικά

01

ευρύχωρος, απέραντος

able to hold a large quantity
example
Παραδείγματα
The capacious living room easily accommodated the large gathering of guests.
Το ευρύχωρο σαλόνι φιλοξένησε εύκολα τη μεγάλη συγκέντρωση επισκεπτών.
Her capacious handbag held everything from a notebook to an extra pair of shoes.
Η ευρύχωρη τσάντα της κρατούσε τα πάντα, από ένα σημειωματάριο μέχρι ένα επιπλέον ζευγάρι παπούτσια.

Λεξικό Δέντρο

capaciousness
capacious
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store