Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to defriend
01
διαγραφή από φίλους, αφαίρεση από φίλους
to end or remove a personal or social connection with someone online
Παραδείγματα
She decided to defriend him after their falling out.
Αποφάσισε να τον αφαιρέσει από τους φίλους μετά τη διαμάχη τους.
I rarely defriend people, but sometimes it ’s necessary.
Σπάνια αφαιρώ φίλους (defriend), αλλά μερικές φορές είναι απαραίτητο.



























