Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Foot strike
01
επαφή του ποδιού, χτύπημα του ποδιού
(running) the way the foot makes contact with the ground during each stride
Παραδείγματα
With practice, he corrected his foot strike, leading to faster race times.
Με την πρακτική, διόρθωσε την προσγείωση του ποδιού του, οδηγώντας σε ταχύτερους χρόνους αγώνα.
The athlete 's foot strike became more fluid and natural after working with a running coach.
Η προσγείωση του ποδιού του αθλητή έγινε πιο ρευστή και φυσική μετά τη συνεργασία με έναν προπονητή τρεξίματος.



























