Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Footwork
01
κίνηση των ποδιών, τεχνική ποδιών
the skillful movement and positioning of the feet to enhance performance and maintain balance in dancing or in sports, especially in boxing and soccer
Παραδείγματα
The boxer 's excellent footwork allowed him to dodge punches and counterattack effectively.
Η εξαιρετική κίνηση των ποδιών του πυγμάχου του επέτρεψε να αποφεύγει γροθιές και να αντεπιτίθεται αποτελεσματικά.
Her quick footwork helped her navigate through the defenders and score a goal.
Η γρήγορη κίνηση των ποδιών της τη βοήθησε να περάσει μέσα από τους αμυντικούς και να σκοράρει.
02
πόδι, επιδέξια μεταχείριση
skillful maneuvering or dealing
Λεξικό Δέντρο
footwork
foot
work



























