Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Mishit
01
λανθασμένη κρούση, ανακριβής κρούση
the act of hitting a ball or object incorrectly or inaccurately
Παραδείγματα
Her mishit was evident when the tennis ball flew out of bounds.
Το λάθος χτύπημα της ήταν εμφανές όταν η μπάλα του τένις πέταξε έξω από τα όρια.
The wide shot in hockey was a mis-hit of the puck.
Το ευρύ σουτ στο χόκεϊ ήταν μια λανθασμένη χτυπή της πάκας.
Λεξικό Δέντρο
mishit
hit



























