Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Qalam
01
καλάμ, καλάμι πένα
a traditional pen used in Islamic calligraphy, typically made from a thin, tapered reed or bamboo shaft with a split nib
Παραδείγματα
The calligrapher delicately manipulated the qalam to produce elegant Arabic calligraphy, emphasizing the fluidity and precision of each stroke.
Ο καλλιγράφος χειρίστηκε με ευαισθησία το qalam για να παράγει κομψή αραβική καλλιγραφία, τονίζοντας τη ρευστότητα και την ακρίβεια κάθε πινελιάς.
During the Quranic recitation class, students practiced writing verses with a qalam, honing their skills in the art of Islamic calligraphy.
Κατά τη διάρκεια του μαθήματος απαγγελίας του Κορανίου, οι μαθητές εξασκήθηκαν στη γραφή στίχων με ένα qalam, βελτιώνοντας τις δεξιότητές τους στην τέχνη της ισλαμικής καλλιγραφίας.



























