boulder
boul
ˈboʊl
μπουλ
der
dɜr
ντερρ
British pronunciation
/bˈə‍ʊldɐ/

Ορισμός και σημασία του "boulder"στα αγγλικά

01

βράχος, πέτρα

a large rock, usually one that has been shaped by natural forces such as water or ice
Wiki
example
Παραδείγματα
A massive boulder sat at the edge of the cliff, weathered by centuries of wind and rain.
Ένας τεράστιος βράχος κάθισε στην άκρη του γκρεμού, που είχε υποστεί διάβρωση από αιώνες ανέμου και βροχής.
The construction crew used heavy machinery to lift the boulder blocking the road, clearing the path for traffic.
Η ομάδα κατασκευής χρησιμοποίησε βαρύ μηχανικό εξοπλισμό για να σηκώσει τον βράχο που εμπόδιζε το δρόμο, ανοίγοντας το δρόμο για την κυκλοφορία.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store