Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
environmentaly
/ɛnvˌaɪɹənmˈɛntəli fɹˈɛndli/
environmentally friendly
01
φιλικό προς το περιβάλλον, οικολογικό
referring to actions, products, or practices that aim to preserve or protect the natural environment
Παραδείγματα
The company is committed to producing environmentally friendly goods made from sustainable resources.
Η εταιρεία δεσμεύεται να παράγει φιλικά προς το περιβάλλον αγαθά κατασκευασμένα από βιώσιμους πόρους.
They installed environmentally friendly lighting to reduce energy consumption.
Εγκατέστησαν φωτισμό φιλικό προς το περιβάλλον για να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας.



























