Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
warlike
01
πολεμοχαρής, μαχητικός
disposed to warfare or hard-line policies
02
πολεμικός, μαχητικός
relating to military operations or tactics
Παραδείγματα
The military strategist devised a warlike plan to counter the enemy's advances.
Ο στρατιωτικός στρατηγός επινόησε ένα πολεμικό σχέδιο για να αντιμετωπίσει τις προόδους του εχθρού.
The village fortified its defenses with warlike structures to repel potential invaders.
Το χωριό ενίσχυσε τις άμυνές του με πολεμικές δομές για να απωθήσει πιθανούς εισβολείς.
Λεξικό Δέντρο
warlike
war



























