Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Ventriloquist
01
γαστρολόγος, καλλιτέχνης της γαστρολογίας
an entertainer who can manipulate their voice in a way that makes it seem like it is coming from a puppet or dummy
Παραδείγματα
The ventriloquist entertained the audience by making his puppet tell jokes and interact with the crowd.
Ο εγγαστρίμυθος ψυχαγωγούσε το κοινό κάνοντας τη μαριονέτα του να λέει αστεία και να αλληλεπιδρά με το πλήθος.
She became famous as a ventriloquist after winning a talent show with her skillful puppetry and comedic timing.
Έγινε διάσημη ως εγγαστρίμυθος αφού κέρδισε ένα ταλέντο σόου με την επιδέξια μαριονεταρία και την κωμική συγχρονισμένη της.
Λεξικό Δέντρο
ventriloquist
ventriloqu



























