Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
unattractive
01
μη ελκυστικός, άσχημος
not pleasing to the eye
Παραδείγματα
The unattractive building stood out among the elegant architecture of the city.
Το άσχημο κτίριο ξεχώριζε ανάμεσα στην κομψή αρχιτεκτονική της πόλης.
The unattractive color combination of the room made it feel gloomy.
Ο μη ελκυστικός συνδυασμός χρωμάτων του δωματίου το έκανε να φαίνεται θλιβερό.
02
μη ελκυστικός, μη ενδιαφέρων
lacking power to arouse interest
03
μη ελκυστικός, αισθητικά δυσάρεστος
not appealing to the senses
Λεξικό Δέντρο
unattractive
attractive
attract



























