Unacquainted
volume
British pronunciation/ʌnɐkwˈe‍ɪntɪd/
American pronunciation/ʌnɐkwˈeɪntᵻd/

Ορισμός και Σημασία του "unacquainted"

unacquainted
01

having little or no knowledge of

02

not knowledgeable about something specified

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store