Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
unafraid
01
ατρόμητος, θαρραλέος
oblivious of dangers or perils or calmly resolute in facing them
02
ατρόμητος, συγκεκριμένος
free from fear or doubt; easy in mind
Λεξικό Δέντρο
unafraid
afraid
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ατρόμητος, θαρραλέος
ατρόμητος, συγκεκριμένος
Λεξικό Δέντρο