
Αναζήτηση
transnational
01
διακρατικός, πολυεθνικός
operating or involving activities across multiple countries or nations
Example
Transnational corporations have global operations and supply chains.
Οι διακρατικές πολυεθνικές εταιρείες έχουν παγκόσμιες δραστηριότητες και αλυσίδες εφοδιασμού.
The treaty aims to address transnational issues such as climate change and terrorism.
Η συνθήκη αποσκοπεί στην αντιμετώπιση διακρατικών ζητημάτων όπως η κλιματική αλλαγή και η τρομοκρατία.

Συναφή Λέξεις