Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Thrall
01
δουλεία, υποταγή
a condition of being in servitude, bondage, or subjugation, typically under the control of another person or entity
Παραδείγματα
The captured warriors were forced into thrall, serving their conquerors as laborers or soldiers.
Οι αιχμάλωτοι πολεμιστές αναγκάστηκαν σε δουλεία, υπηρετώντας τους κατακτητές τους ως εργάτες ή στρατιώτες.
Under the tyrant 's rule, the people lived in thrall, their freedoms stripped away and their lives dictated by fear.
Κάτω από την κυριαρχία του τυράννου, ο λαός ζούσε σε δουλεία, οι ελευθερίες τους αφαιρέθηκαν και οι ζωές τους καθορίστηκαν από το φόβο.
02
σκλάβος, δούλος
someone held in bondage
Λεξικό Δέντρο
thralldom
thrall



























