LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Testosterone
/tɛstˈɒstəɹˌəʊn/
/ˌtɛsˈtɑstɝˌoʊn/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "testosterone"
Testosterone
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
τεστοστερόνη
a hormone related to gender that is produced by male body to develop typical male features
Παράδειγμα
Men
with
low
testosterone
might
benefit
from
hormone
replacement
therapy
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App