Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
synchronous
01
σύγχρονος, συγχρονισμένος
occurring at the exact same speed or time
Παραδείγματα
The audio and video tracks were synchronized to be perfectly synchronous.
Οι ήχοι και τα βίντεο συγχρονίστηκαν για να είναι τέλεια σύγχρονες.
The students ’ responses were synchronous during the group activity.
Οι απαντήσεις των μαθητών ήταν σύγχρονες κατά τη διάρκεια της ομαδικής δραστηριότητας.
02
σύγχρονος, συγχρονισμένος
requiring a shared clock signal to coordinate data transmission between devices
Παραδείγματα
Synchronous data transfer ensures sender and receiver stay perfectly timed.
Η σύγχρονη μεταφορά δεδομένων διασφαλίζει ότι ο αποστολέας και ο παραλήπτης παραμένουν τέλεια συγχρονισμένοι.
The devices used a synchronous protocol for high‑speed communication.
Οι συσκευές χρησιμοποιούσαν ένα σύγχρονο πρωτόκολλο για επικοινωνία υψηλής ταχύτητας.
Λεξικό Δέντρο
nonsynchronous
synchronously
unsynchronous
synchronous
synchron



























