Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
suspenseful
01
γερματικό, γεμάτο αγωνία
creating a sense of tension, excitement, or anticipation, often by withholding information or revealing it gradually
Παραδείγματα
The suspenseful novel had readers eagerly turning pages to find out what would happen next.
Το σασπένς μυθιστόρημα είχε τους αναγνώστες να γυρίζουν με ανυπομονησία τις σελίδες για να μάθουν τι θα συμβεί στη συνέχεια.
The suspenseful silence in the room made everyone hold their breath in anticipation.
Η αγωνιώδης σιωπή στο δωμάτιο έκανε όλους να κρατήσουν την αναπνοή τους σε προσμονή.
Λεξικό Δέντρο
suspenseful
suspense
suspend



























