Suspensive
volume
British pronunciation/səspˈɛnsɪv/
American pronunciation/səspˈɛnsɪv/

Ορισμός και Σημασία του "suspensive"

suspensive
01

undecided or characterized by indecisiveness

02

(of a situation) characterized by or causing suspense

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store