Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
biannual
01
εξαμηνιαίος, δύο φορές το χρόνο
taking place twice a year
Παραδείγματα
The company holds biannual meetings to review progress and set new goals.
Η εταιρεία πραγματοποιεί εξαμηνιαίες συναντήσεις για να αναθεωρήσει την πρόοδο και να θέσει νέους στόχους.
She looked forward to the biannual family reunion, which was always a joyous occasion.
Ανυπομονούσε για την ετήσια δύο φορές οικογενειακή επανένωση, που ήταν πάντα μια χαρούμενη περίσταση.
Λεξικό Δέντρο
biannual
annual
annu



























