Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to betide
01
συμβαίνω, λαμβάνω χώρα
to take place, especially in a way that seems inevitable
Intransitive
Παραδείγματα
No one knows what will betide in the coming days.
Κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στις επόμενες μέρες.
We must prepare for whatever may betide.
Πρέπει να προετοιμαστούμε για ό,τι μπορεί να συμβεί.
Παραδείγματα
Misfortune may betide those who wander into the dark forest.
Η δυστυχία μπορεί να συμβεί σε όσους περιπλανώνται στο σκοτεινό δάσος.
May good fortune betide you on your journey.
Είθε η καλή τύχη να συμβεί σε εσάς στο ταξίδι σας.



























